Τετάρτη (Neugriechisch)

Bearbeiten
Singular Plural

Nominativ η Τετάρτη οι Τετάρτες

Genitiv της Τετάρτης των Τετάρτων

Akkusativ την Τετάρτη τις Τετάρτες

Vokativ Τετάρτη Τετάρτες

Worttrennung:

Τε·τάρ·τη, Plural: Τε·τάρ·τες

Aussprache:

IPA: [tɛˈtaɾti], Plural: [tɛˈtaɾtɛs]
Hörbeispiele: —, Plural:

Bedeutungen:

[1] dritter Wochentag; Mittwoch

Herkunft:

Erbwort aus dem hellenistischen Τετάρτη ‚vierter Tag nach dem Sabbat‘, das seinerseits ein Konversion des Zahlworts τέταρτος (tetartos→ grcvierter‘ ist[1]

Oberbegriffe:

[1] μέρα

Beispiele:

[1] Σήμερα είναι Τετάρτη.
Heute ist Mittwoch.

Übersetzungen

Bearbeiten
[1] Neugriechischer Wikipedia-Artikel „Τετάρτη
[1] PONS Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Τετάρτη
[1] Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „Τετάρτη

Quellen:

  1. Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „Τετάρτη