ἀρτηρία (Altgriechisch)

Bearbeiten
Singular Plural

Nominativ ἡ ἀρτηρία αἱ ἀρτηρίαι

Genitiv τῆς ἀρτηρίας τῶν ἀρτηριῶν

Dativ τῇ ἀρτηρίᾳ ταῖς ἀρτηρίαις

Akkusativ τὴν ἀρτηρίαν τὰς ἀρτηρίας

Vokativ (ὦ) ἀρτηρία (ὦ) ἀρτηρίαι

Nebenformen:

ionisch: ἀρτηρίη

Worttrennung:

ἀρ·τη·ρί·α, Plural: ἀρ·τη·ρί·αι

Umschrift:

DIN 31634: artēria

Aussprache:

IPA: []
Hörbeispiele:

Bedeutungen:

[1] Luftröhre
[2] Schlagader, Pulsader, Arterie

Herkunft:

wahrscheinlich über *ἀερτηρία zu ἀείρω (aeirō→ grc abgeleitet; siehe auch ἀορτή (aortē→ grc[1][2]

Synonyme:

[1] τραχεῖα ἀρτηρία

Beispiele:

[1] „διὸ δὴ τῆς ἀρτηρίας ὀχετοὺς ἐπὶ τὸν πλεύμονα ἔτεμον, καὶ περὶ τὴν καρδίαν αὐτὸν περιέστησαν οἷον μάλαγμα, ἵν’ ὁ θυμὸς ἡνίκα ἐν αὐτῇ ἀκμάζοι, πηδῶσα εἰς ὑπεῖκον καὶ ἀναψυχομένη, πονοῦσα ἧττον, μᾶλλον τῷ λόγῳ μετὰ θυμοῦ δύναιτο ὑπηρετεῖν.“[3]
[1] „τὸ μὲν τῶν ἐγκυρτίων εἰς τὸ στόμα μεθῆκεν· διπλοῦ δὲ ὄντος αὐτοῦ κατὰ μὲν τὰς ἀρτηρίας εἰς τὸν πλεύμονα καθῆκεν θάτερον, τὸ δ’ εἰς τὴν κοιλίαν παρὰ τὰς ἀρτηρίας·“[4]
[1] „Τούτου δὲ τὸ μὲν χονδρῶδες καὶ πρόσθιον, δι’ οὗ ἡ φωνὴ καὶ ἡ ἀναπνοή, ἀρτηρία· τὸ δὲ σαρκῶδες στόμαχος, ἐντὸς πρὸ τῆς ῥάχεως.“[5]
[1] „ὥστε ἡ πληγὴ τοῦ ἀναπνεομένου ἀέρος ὑπὸ τῆς ἐν τούτοις τοῖς μορίοις ψυχῆς πρὸς τὴν καλουμένην ἀρτηρίαν φωνή ἐστιν“[6]
[2] „τὰς δὲ φλέβας καὶ τὰς ἀρτηρίας συνάπτειν εἰς ἀλλήλας καὶ τῇ αἰσθήσει φανερὸν εἶναι.“[7]

Wortbildungen:

ἀρτηριακός, ἀρτηρίασις, ἀρτηριώδης

Übersetzungen

Bearbeiten
[1, 2] Wilhelm Pape, bearbeitet von Max Sengebusch: Handwörterbuch der griechischen Sprache. Griechisch-deutsches Handwörterbuch. Band 1: Α–Κ, Band 2: Λ–Ω. 3. Auflage, 6. Abdruck, Vieweg & Sohn, Braunschweig 1914. Stichwort „ἀρτηρία“.
[1, 2] Henry George Liddell, Robert Scott, revised and augmented throughout by Sir Henry Stuart Jones with assistance of Roderick McKenzie: A Greek-English Lexicon. Clarendon Press, Oxford 1940. Stichwort „ἀρτηρία“.
[1, 2] Wilhelm Gemoll: Griechisch-deutsches Schul- und Handwörterbuch. Von W. Gemoll und K. Vretska. 10. Auflage. Oldenbourg, München 2006, ISBN 978-3-637-00234-0, Seite 133

Quellen:

  1. Hjalmar Frisk, Griechisches Etymologisches Wörterbuch: „ἀρτηρία
  2. Henry George Liddell, Robert Scott, revised and augmented throughout by Sir Henry Stuart Jones with assistance of Roderick McKenzie: A Greek-English Lexicon. Clarendon Press, Oxford 1940. Stichwort „ἀρτηρία“.
  3. Platon, Timaeus, 70d
  4. Platon, Timaeus, 78c
  5. Aristoteles, Historia animalium, 493a8–10
  6. Aristoteles, De anima, 420b27–29
  7. Aristoteles, De spiritu, 483b35–484a2