Οκτώβριος
Οκτώβριος (Neugriechisch)
BearbeitenSingular | Plural
| |
---|---|---|
Nominativ | ο Οκτώβριος | οι Οκτώβριοι
|
Genitiv | του Οκτωβρίου | των Οκτωβρίων
|
Akkusativ | τον Οκτώβριο | τους Οκτωβρίους
|
Vokativ | Οκτώβριε | Οκτώβριοι
|
Worttrennung:
- Οκ·τώ·βρι·ος, Plural: Οκ·τώ·βρι·οι
Umschrift:
- Októvrios
Aussprache:
- IPA: [ɔkˈtɔvriɔs]
- Hörbeispiele: —
Bedeutungen:
- [1] zehnter Monat des Jahres; Oktober
Synonyme:
Oberbegriffe:
- [1] μήνας
Beispiele:
- [1]
Übersetzungen
Bearbeiten- [1] Neugriechischer Wikipedia-Artikel „Οκτώβριος“
- [1] PONS Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Οκτώβριος“
- [1] Langenscheidt Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Οκτώβριος“
- [1] Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „Οκτώβριος“